Ο ένας μετά τον άλλο οι δημοσιογράφοι από διάφορα τηλεοπτικά κανάλια καλούνται για κατάθεση στο ΤΑΕ Αρχηγείου, σε σχέση με την ποινική έρευνα εναντίον του πρώην Γενικού Ελεγκτή για υποτιθέμενη καταφρόνηση του Δικαστηρίου.
Οι περισσότεροι δημοσιογράφοι που κλήθηκαν αρνήθηκαν να υπογράψουν τις μεταγραμμένες δηλώσεις που έκανε ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης στις εκπομπές τους.
Οι αρχές φαίνεται να επιδεικνύουν υπερβολικό ζήλο στην διερεύνηση αυτής της υπόθεσης, ενώ πλήθος άλλων υποθέσεων διαφθοράς παραμένουν ανεξερεύνητες.
Οι ανακριτές είχαν απομαγνητοφωνήσει την κάθε δήλωση του Μιχαηλίδη και ζητούσαν από τους δημοσιογράφους να επιβεβαιώσουν το περιεχόμενό τους, προκαλώντας αντιδράσεις.
Πιο αυστηρή έρευνα
Η έρευνα εστιάζει στις τηλεοπτικές εμφανίσεις του Μιχαηλίδη από τον Σεπτέμβριο, όταν και ανακοινώθηκε η απομάκρυνσή του.
Ο δικηγόρος του Μιχαηλίδη σχολίασε ότι η κατάσταση θυμίζει άλλες, παλαιότερες εποχές, δημιουργώντας ΄την εντύπωση πολιτικής στοχοποίησης και τρομοκρατίας.
Ο Μιχαηλίδης είχε δηλώσει δημόσια ότι συνεργάτης του Προέδρου Χριστοδουλίδη γνώριζε για την απόφαση αναφορικά με την παύση του πριν εκδοθεί.
Η εξέλιξη αυτή έφερε εκ νέου την υπόθεση στο προσκήνιο. Η Νομική Υπηρεσία κατευθυνόμενη από την Εισαγγελία ζητά ποινική έρευνα εναντίον του, θέλοντας να επιδείξει ότι υπάρχει μια προσπάθεια απαξίωσης του δικαστικού συστήματος.
Ο Μιχαηλίδης κρίνεται με βάση νόμο του 1960, που αφορά την καταφρόνηση δικαστηρίων, και οι υποθέσεις αυτού του είδους είναι σπάνιες στη δικαστική ιστορία.
Κριτικές για το χειρισμό της κατάστασης επισημαίνουν ότι η κατάσταση καταλήγει σε υπονόμευση των συνταγματικών δικαιωμάτων.
Η ιστορία του 2001, όπου ένας δικηγόρος φυλακίστηκε για την κριτική του απέναντι σε δικαστές, αναβιώνει μνήμες από ένα ανησυχητικό παρελθόν.
Η προσπάθεια εναντίον του Μιχαηλίδη από την πολιτική ηγεσία και τη Δικαιοσύνη καταγγέλλεται ότι αποσκοπεί στο να τον εμποδίσει από το να θέσει υποψηφιότητα στις επερχόμενες εκλογές.
Η κατάσταση θα παρουσιαστεί στους ευρωπαϊκούς φορείς για περαιτέρω εξέταση. Σε περίπτωση ποινικής δίωξης, θα ενημερωθεί τόσο το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων όσο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.